Άθληση, Υγιεινή Διατροφή

Energy drinks. Τι πρέπει να προσέχουμε.

Eνεργειακά /αθλητικά αναψυκτικά. Άραγε γνωρίζουμε τους κινδύνους που κρύβουν;

«Δίνουν ενέργεια», «βοηθούν στο διάβασμα», «ενυδατώνουν»: τα αναψυκτικά ενέργειας ή αθλητικής δραστηριότητας πολυδιαφημίζονται για τη δράση τους και οι διεθνείς έρευνες αγοράς δείχνουν ότι απευθύνονται και καταναλώνονται κυρίως από τις νεαρές ηλικίες 15-25 ετών.
Ωστόσο η ιατρική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την κατανάλωσή τους για πολλούς λόγους. Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι ότι
α) επιστημονικά δεν έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς τα πλεονεκτήματα από την κατανάλωσή τους,
β) αντίθετα, τεκμηριώνεται ερευνητικά αφενός το γεγονός ότι υπερκαταναλώνονται από τις νέες ηλικίες, αφετέρου ότι η υπερκατανάλωση αυτή συνοδεύεται από κινδύνους για την υγεία.
Όλες οι έρευνες αγοράς τα τελευταία χρόνια δείχνουν πως η αγορά ενεργειακών/αθλητικών αναψυκτικών αναπτύσσεται ταχέως. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι αυξάνονται οι αθλητές ή οι νέοι με αθλητική δραστηριότητα, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι οι νεαρές ηλικίες τα καταναλώνουν όλο και περισσότερο «κοινωνικά». Πρόσφατη έρευνα στο Ηνωμένο Βασίλειο έδειξε πως το 90% των μαθητών γυμνασίου/λυκείου που συμμετείχαν στην έρευνα προτιμούν τα αναψυκτικά αυτά λόγω της γεύσης τους και όχι τόσο λόγω της ενέργειας που θα τους προσέφεραν. Το 50% των ερωτώμενων πίνουν τα αναψυκτικά σε κοινωνικές περιστάσεις που δεν συνδέονται με αθλητισμό ή διάβασμα π.χ. στη βραδινή έξοδο με τους φίλους τους, για να χορέψουν κ.λπ. Το γεγονός ότι τα αναψυκτικά αυτά έχουν πολύ χαμηλό κόστος, αποτελεί επίσης κίνητρο για περισσότερο από το 30% των ερωτώμενων.
Ο κίνδυνος που προκύπτει από την «κοινωνική» κατανάλωση των αναψυκτικών είναι ότι, αφενός είναι άχρηστα στον οργανισμό αφού δεν αναπληρώνουν απώλειες από έντονη αθλητική δράση, αφετέρου συνδυάζονται συχνά με άλλες ουσίες (κυρίως αλκοόλ ή καφέ) οι οποίες δεν προβλέπεται να συνυπάρχουν με τα αναψυκτικά όταν καταναλώνονται στις συνθήκες για τις οποίες σχεδιάστηκαν (για παράδειγμα, ένας αθλητής δεν θα καταναλώσει αλκοόλ μετά από έντονη άσκηση). Έτσι παιδιά, έφηβοι και νέοι ενήλικες οδηγούνται σε υπερκατανάλωση, με συνέπειες λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές, ανάλογα με τη συχνότητα, την ποσότητα και τα «συνοδευτικά» της κατανάλωσης.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα πώς επιδρούν στον οργανισμό τα ενεργειακά/αθλητικά αναψυκτικά και η υπερκατανάλωσή τους, πρέπει να διαχωρίσουμε τους δύο βασικούς τύπους τους:
Α) Αθλητικά αναψυκτικά: απευθύνονται σε αθλητές κι έχουν στόχο την ενυδάτωσή τους πριν ή μετά από την έντονη αθλητική δραστηριότητα. Είναι πλούσια σε υδατάνθρακες / γλυκόζη, ηλεκτρολύτες και άλατα.
Η συστηματική κατανάλωση των αναψυκτικών αυτών εκτός αθλητικής δραστηριότητας συσσωρεύει θερμίδες στον οργανισμό, ενισχύοντας την παχυσαρκία. Κυρίως όμως η υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και όξινα, διαβρώνει το σμάλτο των δοντιών και προκαλεί τερηδόνα. Η επιβλαβής επίπτωση των αθλητικών αναψυκτικών συνδέεται συνήθως με υψηλή συχνότητα και ποσότητα κατανάλωσης σε βάθος χρόνου.
Β) Ενεργειακά αναψυκτικά: στοχεύουν στην ταχεία αύξηση της ενέργειας, της αντοχής και της απόδοσης. Βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι είναι πλούσια σε καφεΐνη, σε άλλες φυτικές ή χημικές διεγερτικές ουσίες (ταυρίνη, τζίντζερ, γκουαρανά κ.λπ.) και ζάχαρη. Δεν είναι σχεδιασμένα να παρέχουν ιδιαίτερη ενυδάτωση και έτσι αν καταναλωθούν μετά από έντονη άσκηση επειδή συγχέονται με τα αθλητικά αναψυκτικά, μπορούν, αντί να ενυδατώσουν, να προκαλέσουν αφυδάτωση αφού η καφεΐνη είναι διουρητική.
Το υψηλό επίπεδο καφεΐνης είναι αυτό που δημιουργεί τον κίνδυνο στην υπερκατανάλωση των ενεργειακών αναψυκτικών σε νεαρά άτομα, και μάλιστα με πολλαπλούς τρόπους. Καταρχήν είναι πιθανό ένα ενεργειακό αναψυκτικό να περιλαμβάνει ακόμη περισσότερη καφεΐνη από την αναγραφόμενη, καθώς άλλα συστατικά του αναψυκτικού, όπως το γκουαρανά, περιλαμβάνουν επίσης καφεΐνη που συχνά δεν προσμετράται στην καθαρή περιεκτικότητα που αναφέρει η συσκευασία.
Έτσι καταγράφονται πλέον αρκετά περιστατικά οξείας δηλητηρίασης όταν ένα νέο άτομο καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αναψυκτικού και ιδίως αν το συνδυάσει με αλκοόλ ή με καφέ. Όταν, για παράδειγμα, το αναψυκτικό καταναλώνεται κοινωνικά και ο νέος πιει 2-3 ποτά, είτε μόνον ενεργειακά είτε συνδυασμό ενεργειακού με καφέ ή με αλκοόλ, η συγκέντρωση καφεΐνης στον οργανισμό αγγίζει τοξικά επίπεδα. Ως αποτέλεσμα, εμφανίζονται συμπτώματα που κυμαίνονται από γαστρεντερική διαταραχή, ναυτία, ζάλη, εφίδρωση, ως υπερδιέγερση, ψυχωτικό επεισόδιο, σπασμούς, ταχυπαλμία, αρρυθμία, υπέρταση και, σε πολύ σπάνια καταγεγραμμένες περιπτώσεις, καρδιακό επεισόδιο και θάνατο.
Επιπλέον, η παρατεταμένη, συχνή κατανάλωση ενεργειακών αναψυκτικών, συνδέεται με κακή ανάπτυξη των οστών, αφού η καφεΐνη περιορίζει την απορρόφηση του ασβεστίου στον οργανισμό. Η καθημερινή κατάποση ενεργειακών αναψυκτικών αντενδείκνυται σε παιδιά και εφήβους, που βρίσκονται ακόμη στην ανάπτυξη του μυοσκελετικού τους συστήματος. Το ίδιο ισχύει βεβαίως με τον καφέ, η κατανάλωση του οποίου δεν συστήνεται σε αυτές τις ηλικίες.
Τέλος, τα ενεργειακά αναψυκτικά είναι επίσης πλούσια σε ζάχαρη και θερμίδες, συμβάλουν επομένως και αυτά στην παιδική/νεανική παχυσαρκία και στην κακή οδοντική υγεία.
Στα ως άνω να προσθέσουμε ότι σε παιδιά και έφηβους με διαπιστωμένα προβλήματα υγείας όπως καρδιομυοπάθεια, παχυσαρκία, διαβήτη, ADHD, κατάθλιψη και διατροφικές διαταραχές, πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγονται τα αθλητικά και ενεργειακά αναψυκτικά, καθώς αυτά επιβαρύνουν δραματικά τις παθήσεις τους. Παράλληλα, κάποια από τα διεγερτικά συστατικά τους έχουν αλληλεπιδράσεις με πολλά φάρμακα, ακόμη και με την ασπιρίνη, οπότε πρέπει να αποφεύγεται οπωσδήποτε η κατανάλωσή τους σε συνδυασμό με οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή. Δεν είναι τυχαίο ότι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ δεν επιτρέπεται η πώληση ενεργειακών και αθλητικών αναψυκτικών στα σχολεία.
Οι έρευνες σε μαθητές και φοιτητές δείχνουν ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν τις πιθανές παρενέργειες των ως άνω αναψυκτικών και δεν κατανοούν τις διαφορές μεταξύ των δύο ειδών, με αποτέλεσμα να τα καταναλώνουν με επισφαλή τρόπο. Οι διαφημιστικές καμπάνιες σπάνια αναφέρουν τους κινδύνους και δεν είναι ευρέως γνωστό ότι τα ενεργειακά και αθλητικά αναψυκτικά κατατάσσονται στα συμπληρώματα διατροφής και ως εκ τούτου δεν υπόκεινται στους νομικούς περιορισμούς που ισχύουν για τα κοινά αναψυκτικά τύπου σόδα/κόλα όσον αφορά στην περιεκτικότητα συστατικών όπως η ζάχαρη και η καφεΐνη. Τα ποσοστά καφεΐνης επίσης, παρόλο που αναγράφονται στις συσκευασίες, μπορεί όπως αναφέραμε να παραμένουν υποεκτιμημένα.
Είναι λοιπόν σημαντικό να μάθετε στα παιδιά σας ότι τα ενεργειακά και αθλητικά αναψυκτικά πρέπει να καταναλώνονται για το σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκαν, πάντα σε μικρή ποσότητα, όχι σε συστηματική βάση, και ποτέ σε συνδυασμό με φάρμακα, καφέ, ή αλκοόλ.

Επιμέλεια άρθρου: Βάσω Γαλανού

Ο στίβος της διαδρομής της ζωής είναι σίγουρα ο πιο δύσβατος και ο πιο απαιτητικός από όλους τους στίβους που έχουμε τρέξει.
Η σωστή όμως προσέγγιση του αθλητισμού και ειδικότερα του τρεξίματος απο την παιδική μας ηλικία, είναι αυτή που θα γυμνάσει εκτός απο τους μύες μας και το μυαλό μας, ώστε να εκπαιδευτούμε κατάλληλα για τα καθημερινά μας προβλήματα, να μεγιστοποιήσουμε τις αντοχές μας και να μην τα παρατάμε με το πρώτο λαχάνιασμα. Σε αυτή την προσπάθεια έχουμε μαζί μας την προπονήτρια στίβου του ΟΦΚΑ Περίστερίου, Βάσω Γαλανού για να μας καθοδηγεί με τις πολύτιμες συμβουλές της.

Οι αθλητές της έχουν φέρει διακρίσεις και επιτυχίες  σε τοπικό, πανελλήνιο και διεθνές επίπεδο.

Σκοπός και όραμα της, η ενασχόληση όλο και περισσότερων παιδιών με τον αθλητισμό.

Μέσο επίτευξης ο ΟΦΚΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ στον οποίο δραστηριοποιείται με απόλυτη αφοσίωση τα τελευταία χρόνια.

Πηγές
1. www.cardiometabolism.gr
2. D. Broughton, R. M. Fairchild & M. Z. Morgan: A survey of sports drinks consumption among adolescents. British Dental Journal 220, 639 – 643 (2016).
3. Seifert SM, Schaechter JL, Hershorin ER, Lipshultz SE.: Health effects of energy drinks on children, adolescents, and young adults. Pediatrics. 2011 Mar;127(3):511-28. doi: 10.1542/peds.2009-3592.
4. Naren Gunja and Jared A Brown: Energy drinks: health risks and toxicity. Med J Aust 2012; 196 (1): 46-49.
5. Heneghan C, Howick J, O’Neill B, Gill PJ, Lasserson DS, Cohen D, Davis R, Ward A, Smith A, Jones G, Thompson M.: The evidence underpinning sports performance products: a systematic assessment. BMJ Open. 2012 Jul 18;2(4).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *